Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Θεατρικές διαδρομές




Θεατρικές διαδρομές


Ο διάλογος, όσο κι αν σπανίζει στη δημόσια σφαίρα, παραμένει η πιο απρόβλεπτη δυνατότητά μας για μία κοινωνική αυτογνωσία αξιώσεων κι όχι επιφάσεων. Με αυτό το πνεύμα εκκινήθηκε και πορεύτηκε μέχρι στιγμής στις σελίδες των ΝΗΣΙΔΩΝ η στήλη «Συνομιλίες».

Μετά τη συζήτηση που φιλοξενήσαμε για την κίνηση του βιβλίου στη Ρόδο (2ο τεύχος) και την εκτενή μας συνομιλία για τον Κιν/φο στο νησί της Ρόδου, αλλά και στον ευρύτερο ελληνικό χώρο (3ο και 4ο τεύχος), έρχεται στο παρόν τεύχος, θα έλεγε κανείς φυσιολογικά, η σειρά μίας νέας συνάντησης ανθρώπων, καλλιτεχνών κι εκπαιδευτικών, για μία τέχνη που αγαπάμε και παρακολουθούμε εξ ίσου με τα άλλα «πυρηνικά» ενδιαφέροντα του περιοδικού.

Με τον …προβολέα μας λοιπόν, στραμμένο αυτή τη φορά στα θεατρικά δρώμενα του άμεσου τόπου μας, αλλά και της εν γένει ελληνικής θεατρικής σκηνής, συνομιλήσαμε με την σκηνοθέτη, ηθοποιό και υπεύθυνη της ομάδας «Τέχνη-εντός τεχνηέντως» κα Σουσάνα Καρδούλια, τον διευθυντή του 12 ΔΣ Ρόδου και μέλος του Πανελλήνιου Δικτύου «Θέατρο στην εκπαίδευση» κο Κω/νο Μανή και την Διδάσκουσα Θεατρική Αγωγή στο Παν/μιο Αιγαίου και στο Διδασκαλείο Αλ. Δελμούζος, κα Μαρία Κλαδάκη.

Τόπος συνάντησης: το στούντιο ηχογραφήσεων του Ρ/Σ Λυχνάρι (91,4). Χρόνος: ο ζεστός Σεπτέμβριος της Δωδεκανήσου.

Με τον Αυγουστίνο Τσιριμώκο, εργάτη του θεάτρου ήδη από τα χρόνια της παλαιάς θεατρικής ομάδας του Παν/μίου Αιγαίου, μέλος της «Τέχνη-εντός τεχνηέντως» και συνεργάτη των ΝΗΣΙΔΩΝ, αναλάβαμε από κοινού τον συντονισμό και την επιμέλεια του διαλόγου που ακολουθεί.


Π.Δ. Θα ξεκινήσουμε με τον πρώτο θεματικό μας άξονα γύρω από το θέατρο στη Ρόδο. Ποια η σχέση του κοινού – γιατί θέατρο, τέχνη σημαίνει και κοινό, σημαίνει άνθρωποι - με τον πολιτισμό γενικότερα; Το ρωτώ διότι βλέπουμε ένα κοινό σχετικά περιορισμένο, να παρακολουθεί τις εκδηλώσεις που λέμε, που συνηθίζουμε να λέμε, πολιτιστικές. Υπάρχει ενδιαφέρον από τον κόσμο για τον πολιτισμό και το θέατρο ειδικότερα; Είναι σημερινό αυτό το φαινόμενο ή υπήρχε από παλιά; Συμφωνείτε με αυτή την προσέγγιση ή βλέπετε ότι το κοινό που παρακολουθεί είναι ευρύτερο;

Σ.Κ. Υπάρχει ένα σταθερό κοινό που παρακολουθούσε και παρακολουθεί τις πολιτιστικές - τις ευρύτερες πολιτιστικές - δραστηριότητες και εκδηλώσεις και μέσα σ’ αυτές και το θέατρο. Σαφώς ναι, θα συμφωνήσω ότι δεν είναι πολύ μεγάλο το κοινό, ότι δηλαδή δεν υπάρχει μεγάλη προσέλευση και ανταπόκριση κοινού, ειδικά στις θεατρικές παραστάσεις· και επειδή εγώ υπήρξα και εργάστηκα πάνω από δέκα χρόνια κατ' αρχήν στο Δημοτικό Θέατρο Ρόδου και στη συνέχεια στο Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο, το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ρόδου, αντιμετωπίσαμε αρκετά βράδια, σε αρκετές παραστάσεις, το φαινόμενο των λίγων έως ελάχιστων θεατών και μάλιστα αρκετές φορές αναβάλαμε την παράσταση. Από την άλλη όμως - και αυτό είναι το αντιφατικό - όταν έγινε το φεστιβάλ αρχαίου δράματος στην Τάφρο, εκεί υπήρξε μια μεγάλη ανταπόκριση κοινού, γέμιζε το θέατρο, που έχει μεγάλη πληρότητα, σε αντίθεση με τις παραστάσεις του Δημοτικού Θεάτρου και ιδιαίτερα του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., που είχαν χαμηλή ανταπόκριση - όχι βέβαια όλα τα χρόνια, αλλά θα έλεγα, ότι συνολικά δεν υπήρξε αυτό το φαινόμενο που είδαμε στο φεστιβάλ αρχαίου δράματος. Πραγματικά, εκεί το θέατρο ήταν κατάμεστο - δεν ξέρω τι έχουν να πουν οι άλλοι συνομιλητές μου.


Π.Δ. Αυτό το παράδοξο πως ερμηνεύεται, αν το ονομάσουμε παράδοξο;

Σ.Κ. Αυτό που έφερνε τον κόσμο στην Τάφρο ήταν πως είχαμε θιάσους που έρχονται από το κέντρο και μαζί μ’ αυτούς κάποια ηχηρά ονόματα, πρωταγωνιστές κυρίως της τηλεόρασης.

Α.Τ. Το φεστιβάλ αρχαίου δράματος ήταν όμως με τακτικά σχήματα από το πρόγραμμα της Επιδαύρου και στο πρόγραμμα της Επιδαύρου, εντάξει, πηγαίνουν και κάποιοι της τηλεόρασης αλλά κυρίως είναι πιο σοβαρά σχήματα.

Σ.Κ. Ναι, είχαμε βέβαια κάποιες μετακλήσεις θιάσων από Επίδαυρο. Δηλαδή μέσα στους 5-6 μπορεί να είχαμε 2 θιάσους από Επίδαυρο. Κι αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αλλά κυρίως έχουμε το γνωστό φαινόμενο, δηλαδή τα περισσότερα θεατρικά σχήματα, οι περισσότεροι θίασοι, σχηματίζονται με τη λογική του μεγαλύτερου κέρδους, άρα με το τι θα φέρει το κοινό, άρα βάζουμε ονόματα· και τα ονόματα γίνονται ευρέως γνωστά στον κόσμο από την τηλεόραση.


Π.Δ. Κωνσταντίνε, κατά τη γνώμη σου, γιατί έχουμε μία σταθερά μικρή (με τις εξαιρέσεις της βέβαια) συμμετοχή κοινού σ’ αυτή την πορεία των πρόσφατων χρόνων, που η εικόνα είναι πιο ξεκάθαρη;

Κ.Μ. Θα συμφωνήσω με τη Σουζάνα σε αρκετά σημεία γύρω από τα ηχηρά ονόματα των ηθοποιών που έρχονται από την Αθήνα και που τρέχει ο κόσμος να τους παρακολουθήσει. Και σε αντίθεση με τις πολύ σοβαρές δουλειές που παρουσιάστηκαν τα τελευταία χρόνια από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ της Ρόδου. Και οι επιλογές ήταν πάρα πολύ καλές και οι ηθοποιοί έπαιξαν πολύ καλά σ’ αυτές τις παραστάσεις, παρόλα αυτά το κοινό δεν ανταποκρίθηκε. Επομένως το όνομα του ηθοποιού παίζει ένα σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την ιστορία. Πιστεύω ότι ίσως δεν έγινε και η ανάλογη προβολή από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ στα τελευταία δέκα χρόνια, αν εξαιρέσουμε την τελευταία περίοδο με τον κ. Οικονόμου που έγινε μια προσπάθεια αναβίωσης του καλού ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν αρκετά άτονα, οι δουλειές που έγιναν ίσως δεν στηρίχτηκαν όσο έπρεπε, δεν έγινε καλή διαφήμιση, δεν έγινε καλή προσέγγιση του κόσμου, πάντως το φαινόμενο ήταν απογοητευτικό, δεν πήγαινε ο κόσμος στο θέατρο.

Σ.Κ. Εγώ πάλι νομίζω ότι αυτό που γινόταν τότε γίνεται και σήμερα. Δηλαδή με τον ίδιο τρόπο προέβαλλαν τις παραγωγές ή τις παραστάσεις από τότε, από το ξεκίνημα του. Ας πάρουμε μόνο το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ – από την ίδρυσή του μέχρι και πρόσφατα, με τον ίδιο τρόπο γίνεται. Μπορώ να πω ότι ίσως ένας λόγος είναι η επιλογή ρεπερτορίου. Το ρεπερτόριο μπορεί να έπαιξε κάποιο ρόλο. Το ότι ήταν ένα ρεπερτόριο το οποίο ήταν λίγο πιο δύσκολο, αυτό που λέμε για πολύ μικρό και συγκεκριμένο κοινό. Αλλά έγιναν πραγματικά πολύ καλές δουλειές στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, αξιόλογες δουλειές, πολύ καλές προσπάθειες.

Κ.Μ. Πιστεύω ότι στην προσπάθεια αυτή των 15-20 χρόνων του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και του Δημοτικού πιο πριν Θεάτρου, τα έργα και οι επιλογές ήταν πάρα πολύ καλές, ποιοτικές. Από την άλλη πιστεύω ότι δεν έδωσαν στο κόσμο και έργα πιο εύπεπτα, να τα καταλάβει και να έρθει κοντά στο Θέατρο. Μείναμε στα δύσκολα έργα, τα οποία δεν ήταν κατανοητά για τον κόσμο, ο κόσμος έμεινε απέξω.


Α.Τ. Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Το έργο του Χόροβιτς που ανέβηκε και γέμισε πρόσφατα με τον κ. Οικονόμου, ήταν δύσκολο και άγνωστο έργο. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι το ξέρανε, έστω οι 300-400 που το παρακολούθησαν. Ενώ παλιότερα ακόμα κι αυτός ο κύκλος των 300-400 δεν πήγαινε στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Εδώ πιστεύω ότι μάλλον έχει να κάνει με το πόσο οι υπεύθυνοι - και ο καλλιτεχνικός διευθυντής εν προκειμένω και οι συνεργάτες του - πείσανε τον κόσμο ότι θέλανε να κάνουν σοβαρή δουλειά.

Σ.Κ. Νομίζω ότι -επειδή πέρασα μέσα από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, δούλεψα ως ηθοποιός και πέρασα σχεδόν από όλους τους καλλιτεχνικούς διευθυντές, από το ξεκίνημά του μέχρι τώρα- ο κάθε καλλιτεχνικός διευθυντής, είτε συμφωνούσαμε μαζί του είτε όχι, είχε ένα όραμα καλλιτεχνικό. Να δούμε για παράδειγμα το έργο Αρντέν, ανωνύμου συγγραφέα, που ανέβηκε το 1990 και είχε επιτυχία. Είναι ένα έργο το οποίο ήταν πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο σε σχέση με του Χόροβιτς. Μπορεί να ήταν άγνωστο του Χόροβιτς, αλλά δεν ήταν ένα έργο που δεν μπορούσε κανείς να το προσεγγίσει. Ή το «Σώσε» του Μάικ Φρέιν - ήταν ένα έργο που είχε πάρα πολύ καλή ανταπόκριση στη Ρόδο, όσο θυμάμαι. Υπήρξαν δηλαδή έργα τα οποία πέρασαν στο κοινό και όχι απαραίτητα επειδή ήταν κωμωδίες - η σκηνοθεσία, η σκηνοθετική άποψη, το θέμα του έργου προκαλούσαν ενδιαφέρον στον κόσμο. Πολλές φορές παίζει ρόλο και η εποχή. Δεν είναι μόνο θέμα καλλιτεχνικού διευθυντή - είναι θέμα και καλλιτεχνικού διευθυντή, αλλά και τοπικών αρχόντων. Και οι τοπικοί άρχοντες πόσο στάθηκαν κοντά στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., πόσο πραγματικά θέλησαν το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, που υπήρχε και υπάρχει στον τόπο τους, να το στηρίξουν και να το προωθήσουν και να βοηθήσουν με όλους τους τρόπους όλους τους παράγοντες, από τον καλλιτεχνικό διευθυντή μέχρι τους ηθοποιούς, και να προωθήσουν και να προχωρήσουν τα πράγματα; Είναι πολλές οι παράμετροι.


------------------------------------------------------


Π.Δ. Οπωσδήποτε οι εκδηλώσεις - παραστάσεις είναι η κορυφή του παγόβουνου. Υπάρχει, Μαρία, στη Ρόδο η υποδομή για την καλλιέργεια θεατρικής αγωγής που θα αποτελέσει το φυτώριο για ντόπιες θεατρικές παραγωγές; Ή θα πρέπει να περιοριζόμαστε σε μετακλήσεις από την υπόλοιπη Ελλάδα και κυρίως την πρωτεύουσα;

Μ.Κ. Επιτρέψτε μου να σας πω ότι το θέατρο είναι και αυτό θέμα αγωγής. Δηλαδή κανείς μαθαίνει να πηγαίνει στο θέατρο. Ευτυχώς ή δυστυχώς έχουμε μάθει να ψυχαγωγούμαστε μόνο μέσα από την τηλεόραση. Το να σηκωθούμε οικογενειακώς και να πάμε θέατρο το θεωρούμε κάτι ξένο, κάτι που δεν ταιριάζει στην οικογένειά μας, την μέση αστική οικογένεια, θεωρούμε ότι είναι μια πολυτέλεια, ότι είναι κάτι για λίγους. Το θέατρο είναι παιδεία και την παιδεία πρέπει να την έχουν όλοι. Όταν λοιπόν βλέπουμε στην τηλεόραση ή ακούμε ότι έρχεται ένα γνωστό όνομα που το 'χουμε παρακολουθήσει στην τηλεόραση, θεωρούμε ότι είναι ένα οικείο πρόσωπο που αξίζει τον κόπο να πάμε να το δούμε, ενώ ένα άγνωστο όνομα θεωρούμε ότι δεν αξίζει και τον κόπο, ότι δε μας αφορά. Συνεπώς ας μην πιάνουμε τα άκρα, ας δούμε τι πρέπει να κάνουμε εμείς. Επίσης να δούμε: Φταίει το σχολείο; Φταίει το σχολείο.


Π.Δ. Με ποιο τρόπο;

Μ.Κ. Έχουμε μάθει να κάνουμε μέχρι τώρα παραστάσεις φιλοπατριωτικές, θρησκευτικές και όχι ψυχαγωγικές.


Π.Δ. Δηλαδή είναι ιδεολογικά παροπλισμένες. Κι αυτό κάπως δημιουργεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο.

Μ.Κ. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια το παιδικό θέατρο έχουμε μάθει να το χρησιμοποιούμε σαν φερέφωνο μιας ιδεολογίας. Κάποια στιγμή αυτό εξυπηρετούσε κάποιους σκοπούς. Τώρα πια δεν μπορούμε να έχουμε αυτές τις παραστάσεις - από τη στιγμή που διδάσκουμε το μάθημα της διαπολιτισμικότητας, που τα βιβλία έχουν αλλάξει, δεν μπορούμε να γυρνάμε πάλι πίσω, δεν μπορούμε να κοιτάζουμε τα πάντα με δύο μέτρα και δύο σταθμά.


Π.Δ. Αυγουστίνε, θέατρο επαγγελματικό ή θέατρο ερασιτεχνικό; Θα ξαναγυρίσουμε στο θέμα του σχολείου, απλώς θα θελα να βάλουμε και αυτή την παράμετρο προηγουμένως. Αντιστρατεύεται το ένα το άλλο ή αλληλοσυμπληρώνονται.

Α.Τ. Αλληλοσυμπληρώνονται, είναι σαφές αυτό. Άλλο ρόλο έχει το ερασιτεχνικό θέατρο, άλλο το επαγγελματικό, αλλά είναι μέχρι ένα σημείο και συγκοινωνούντα δοχεία και σαφώς παίζουν ένα συμπληρωματικό ρόλο στην προβολή του θεάτρου προς την κοινωνία. Εγώ δεν θα έκανα τόσο εύκολα τον διαχωρισμό επαγγελματικό - ερασιτεχνικό θέατρο, παρά μόνο ως προς το ότι κάποιοι δουλεύουν και βιοπορίζονται από το θέατρο και είναι επαγγελματίες και κάποιοι το κάνουν από μεράκι, χωρις να αποκλείει βέβαια ότι και οι επαγγελματίες δεν έχουν το μεράκι για το θέατρο. Το μεράκι είναι το ερασιτεχνικό, το βιοποριστικό είναι το επαγγελματικό, αλλά δεν υπάρχουν στεγανά, δεν είναι στεγανές οι διαχωριστικές γραμμές. Περισσότερο θα έλεγα ότι αυτό που κάνει τη διαφορά είναι το πόσο είσαι διατεθειμένος να δώσεις τον εαυτό σου, είτε πληρώνεσαι είτε δεν πληρώνεσαι. Αν δώσεις τον εαυτό σου, κερδίζεις και το κοινό και κάνεις καλό θέατρο. Μπορεί τεχνικά ατελές, αλλά καλό θέατρο. Αυτά, μιλώντας σαν ερασιτέχνης. Ο επαγγελματίας μπορεί να διαφωνήσει ή να συμφωνήσει.


Σ.Κ. Θα συμφωνήσω στο διαχωρισμό ότι, επειδή εγώ είμαι επαγγελματίας ηθοποιός, βιοπορίζομαι. Δηλαδή αυτή είναι η δουλειά μου. Ανεξάρτητα από τις σπουδές μου ή το πτυχίο μου στο θέατρο. Αλλά ζω από αυτό το επάγγελμα και κάνω μόνο αυτό το επάγγελμα. Νομίζω πως αυτή είναι μία διαφορά. Και αυτό που έθεσε πολύ σωστά ο Αυγουστίνος - και νομίζω είναι και η δική μου άποψη, επειδή δούλευα και στα εργαστήρια του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ για πάρα πολλά χρόνια και έχουν περάσει πολλοί μαθητές από τα χέρια μου, αλλά και επειδή ξεκινήσαμε πέρσι μια θεατρική ερασιτεχνική ομάδα - προσπαθούμε να περάσουμε αυτό ακριβώς: είτε επαγγελματικά είτε ερασιτεχνικά, αυτό που κάνεις πρέπει να το αγαπάς. Χρειάζεται να αφιερωθείς, να δώσεις όλο σου τον εαυτό πραγματικά, για να πετύχεις κάτι καλό, κάτι ποιοτικό και για να έχεις, όπως λέω εγώ, κάτι να πεις. Και εσύ ο ίδιος να ικανοποιηθείς, αλλά και κάτι να έχεις να δώσεις· γιατί το θέατρο είναι συναλλαγή, το θέατρο είναι επικοινωνία. Θέατρο χωρίς ηθοποιούς δεν υπάρχει. Πρέπει να υπάρχουν ηθοποιοί και κοινό για να υπάρξει θέατρο. Αυτός είναι ένας βασικός κανόνας και νομίζω ότι κανείς από τους συνομιλητές δεν διαφωνεί με αυτό. Άρα λοιπόν δεν υπάρχει ανταγωνισμός και ,αν θέλεις, πιστεύω ότι είναι καλό να υπάρχουν ερασιτεχνικά σχήματα - δημιουργείται μια βαθιά επικοινωνία και δημιουργούμε και θεατές με παιδεία. Εκπαιδεύονται άνθρωποι, μπαίνουν στο χώρο ερασιτεχνικά και, επειδή ασχολούνται ερασιτεχνικά, μαθαίνουν, μπαίνουν ενεργά στο χώρο του θεάτρου και αποκτούν παιδεία ως σημερινοί και αυριανοί θεατές και σιγά-σιγά ανοίγουν τους ορίζοντές τους, άρα δημιουργούμε όχι μόνο θεατές για το θέατρο, αλλά γενικότερα για τον πολιτισμό, για τις τέχνες. Γιατί ξέρουμε ότι το θέατρο είναι η σύνθεση πολλών τεχνών.


Π.Δ. Είναι πρισματική και συνάμα συνθετική τέχνη...

Σ.Κ. Ακριβώς. Εμπεριέχει πάρα πολλές τέχνες. Και το χορό και τη μουσική και τα εικαστικά κι όλα αυτά. Οπότε δίνεις, αν θέλεις, κίνητρο σε κάποια άτομα, να αντιληφθούν ότι ναι μεν μπορεί να μη θέλουν να ανέβουν στη σκηνή, αλλά μπορούν να ασχοληθούν μέσα από το θέατρο με το χορό, με τη μουσική, με κάτι άλλο. Πραγματοποιείται λοιπόν και ο στόχος της εκπαίδευσης. Γιατί όντως είναι ένα τεράστιο κομμάτι και ένα τεράστιο θέμα προς συζήτηση η εκπαίδευση, η θεατρική αγωγή και η καλλιέργεια του κόσμου, γιατί πολύ πιο εύκολα πάει σε άλλες παραστάσεις, σε δρώμενα μουσικά ή χορευτικά και πολύ λιγότερο στο θέατρο· και το βλέπω αυτό, γιατί έχω περάσει σχεδόν απ’ όλα τα χωριά της Ρόδο. Βλέπουμε ότι στα θεατρικά εργαστήρια πάνε πολύ λιγότερα άτομα, ενώ πάνε πολύ περισσότερα στους παραδοσιακούς χορούς και στα μουσικά εργαστήρια. Και κάτι σημαίνει αυτό. Γιατί λιγότερα άτομα στα θεατρικά εργαστήρια; Είναι ήσσονος σημασίας το θέατρο; Όχι.



Π.Δ. Περνάμε σε μια σφαίρα που τώρα θα μας φέρει ενώπιον δύο κυρίως θεσμών, της σχέσης της τέχνης για την οποία συζητάμε, του θεάτρου, με τους Δήμους και με την εκπαίδευση. Ας ξεκινήσουμε όμως με τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Το θέμα με την ενίσχυση του θεάτρου στην περιφέρεια έξω από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, το ξεκίνησε η πάλαι Υπουργός Πολιτισμού, η Μελίνα Μερκούρη, με την καθιέρωση των περιφερειακών θεάτρων. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, απολογιστικά, μπορούμε να σταθούμε στο πόσο βοήθησε αυτός ο θεσμός εν γένει. Ποια είναι τα θετικά, ποια τα αρνητικά του, όπως καταγράφονται αυτά στην πορεία, κοιτώντας προς τα πίσω πια εν έτει 2010;

Α.Τ. Είναι δύσκολο να κάνει κανείς ένα ισοζύγιο και να συμπεράνει ότι βοήθησαν ή δεν βοήθησαν. Είχαν και έχουν πολλά θετικά.

Πάντα υπήρχαν ντόπιες παραγωγές, κυρίως ερασιτεχνικές, στην περιφέρεια. Δεν ξέρω για τη Ρόδο, γιατί όταν ήρθα, υπήρχε ήδη το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, δεν ξέρω για πιο παλιά. Στην υπόλοιπη Ελλάδα, πάντως, πάντα υπήρχαν κάποιες ερασιτεχνικές παραγωγές· αλλά βασίζονταν στον πατριωτισμό των Ελλήνων, να το πω έτσι, στον πατριωτισμό αυτών που βοηθούσαν. Με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ έγινε μια πιο οργανωμένη δουλειά, υποτίθεται ότι ήταν ο Δήμος πια που στήριζε.Οργανώθηκε θεσμικά, αλλά και οικονομικά ασφαλώς. Και μπόρεσε να γίνει έτσι μια πιο συστηματική δουλειά, είτε μιλούσαμε για μετακλήσεις είτε μιλούσαμε πολύ περισσότερο για ντόπια παραγωγή. Ταυτόχρονα έδωσε στέγη σε εργαστήρια που δίδασκαν πια επαγγελματίες, δίδασκαν άνθρωποι που ξέρανε το αντικείμενο του θεάτρου και έβγαινε έτσι και μία «μαγιά», που ενδεχομένως να στήριζε στη συνέχεια το ντόπιο θέατρο, τη ντόπια παραγωγή. Αυτά σε γενικές γραμμές ήταν οι στόχοι και μέχρι ένα σημείο επιτεύχθηκαν. Από την άλλη ένα μεγάλο αρνητικό ήταν ότι καλλιεργήθηκε η συνείδηση του κρατικοδίαιτου πολιτισμού, κάτι που ξεκινούσε κεντρικά: με το Κέντρο Κινηματογράφου, με το Κέντρο Θεάτρου, σαν κεντρικοί κρατικοί θεσμοί που χρηματοδοτούσαν, χορηγούσαν, προωθούσαν - και πολλές φορές μεροληπτικά. Καλλιεργήθηκε λοιπόν μία αίσθηση κρατικοδίαιτου πολιτισμού και αυτή τη συναντάμε σήμερα μπροστά μας. Γιατί με αυτήν διαπαιδαγωγήθηκε ένα μέρος αυτών που πέρασαν από τα εργαστήρια, αυτών που πέρασαν σαν θεατές από τις παραστάσεις.



Π.Δ. Σουζάνα έχεις εργαστεί επί σειρά ετών σε αρκετούς ρόλους στο περιφερειακό θέατρο. Αλήθεια προχωρώντας πιο πέρα το συλλογισμό του Αυγουστίνου, το βήμα το δικό σου τι σου αφήνει;

Σ.Κ. Εγώ θα πω το εξής: Όταν η Μελίνα αποφάσισε να κάνει τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, το όραμά της ήταν η πολιτιστική αποκέντρωση. Το ερώτημα είναι: πραγματοποιήθηκε αυτός ο στόχος; Εν μέρει, ναι. Διότι πριν το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. - που έγινε στη Ρόδο το 1990 - υπήρχε το Δημοτικό Θέατρο Ρόδου, που ανήκε στο Δήμο και στηριζόταν οικονομικά από τον Δήμο Ροδίων. Στη συνέχεια έγιναν τα δημοτικά περιφερειακά που ξέρουμε όλοι, από το Υπουργείο Πολιτισμού. Γινόντουσαν 4 παραστάσεις το χρόνο στο ξεκίνημά του. Παραστάσεις που δεν έμεναν μόνο στην τοπική κοινωνία, που έκαναν περιοδεία στα γύρω νησιά, όσο ήταν εφικτό, γιατί αφενός αντιμετωπίζαμε το πρόβλημα της μεταφοράς, μια και είμαστε νησιωτική περιφέρεια και είναι δύσκολη η πρόσβαση και η μεταφορά από το ένα νησί στο άλλο, αφ' ετέρου λόγω έλλειψης κτιριακών εγκαταστάσεων, γιατί δεν έχουν όλα τα νησιά κατάλληλους χώρους, όπως η Ρόδος, που είχε ένα Εθνικό Θέατρο - είχε· δεν έχει πλέον. Σήμερα έχει και η Ρόδος πρόβλημα στέγης θεατρικής, τεράστιο πρόβλημα. Τότε λοιπόν κάναμε μεγάλες περιοδείες με αφετηρία τη Ρόδο και φτάναμε μέχρι και τη Θεσσαλονίκη, Κρήτη, Μυτιλήνη κ.τ.λ. Δημιουργήθηκαν ακόμη τα θεατρικά εργαστήρια. Τα θεατρικά εργαστήρια είχαν πολύ κόσμο στο ξεκίνημά τους. Πολλά από αυτά τα παιδιά είναι σήμερα επαγγελματίες ηθοποιοί. Δουλεύουν στο κέντρο ή πολλές φορές επιστρέφουν πίσω στον τόπο τους. Τουλάχιστον 2-3 πέρασαν και από τα χέρια μου. Δημιουργήθηκαν θεατρικές ομάδες από τα εργαστήρια. Και αυτό νομίζω είναι μέσα στα συν του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέβαια ένας άλλος στόχος, πέρα από την πολιτιστική αποκέντρωση, ήταν να δώσει δουλειά, να φέρει αν θέλεις ένα καλλιτεχνικό δυναμικό πίσω στον τόπο του, να γίνει πραγματική θεατρική αποκέντρωση, να μην αναζητούν όλοι το κέντρο, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη για να γίνουν γνωστοί, να κάνουν καριέρα. Και καλλιτεχνικά να ανθήσει ο τόπος και οικονομικά. Ο στόχος λοιπόν ήταν να γυρίσουν κάποιοι πίσω στον τόπο που γεννήθηκαν. Έγινε τα πρώτα 2-3 χρόνια, στην πορεία ξέφυγε όμως. Άρχισαν πάλι να δουλεύουν με τη γνωστή συνταγή των ονομάτων ή ηθοποιών από την Αθήνα· και εντάξει, σαφώς να γίνει και η μετάκληση, γιατί δεν μπορούσαν να καλύψουν οι ηθοποιοί που ζούσαν σ’ αυτό τον τόπο τις παραγωγές και έπρεπε να γίνουν μετακλήσεις και προσκλήσεις ηθοποιών. Αλλά η επιλογή δεν γινόταν με το σκεπτικό, αν δεν έχουμε να καλέσουμε ηθοποιούς. Άρχισε να γίνεται το αντίθετο: να φέρουμε τους ηθοποιούς και να συμπληρώσουμε με αυτούς που είναι στη Ρόδο. Αυτά που είπα μέχρι τώρα νομίζω είναι στα θετικά. Δεν θα θελα να δω αρνητικά στο ρόλο των δημοτικών περιφερειακών θεάτρων. Νομίζω ότι ήταν μια ανάσα, μια πνοή πολιτισμού, είτε λειτούργησαν δυναμικά είτε λειτούργησαν υποτονικά, είτε έφεραν πολύ κόσμο είτε έφεραν λίγο. Τα δημοτικά περιφερειακά θέατρα άλλαξαν κάτι, σηματοδότησαν καινούρια πράγματα, μάζεψαν κόσμο, έγιναν εργαστήρια, έγιναν παραγωγές, έστω τέσσερις, τρεις, δύο. Και γέμιζαν οι παραστάσεις. Κάποια πάνε πάρα πολύ καλά. Συνεχίζουν να έχουν μια ανοδική πορεία μέχρι σήμερα, αν και, δυστυχώς, το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ της Ρόδου είχε σκαμπανεβάσματα και να βρίσκεται σε μια δύσκολη στιγμή.


Π.Δ. Μια και μιλάμε για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου, ρωτώ τη Μαρία που ανήκει στο Δ.Σ. του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου: Ποιο νομίζεις ότι είναι το πρόβλημα που οδήγησε στην κατάσταση να συζητιέται για αρκετούς μήνες το κλείσιμο του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου; Ερώτηση -μπορεί και να μπει με τον αστερίσκο ότι γίνεται από το συνήγορο του διαβόλου: πόσο απαραίτητο είναι; Και τι νομίζεις φταίει για τη σημερινή κατάσταση του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου;

Μ.Κ. Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από την ερώτηση: πόσο απαραίτητο είναι; Τόσο όσο και η αναπνοή μας. Το όραμα της Μελίνας πιστεύω ότι στηριζόταν σ’ αυτό. Όσο για το πώς οδηγηθήκαμε εδώ, επιτρέψτε μου να σας πω κάτι όχι πολύ κολακευτικό: Όπως οδηγήθηκαν και όλοι οι Δήμοι. Η διαχείριση των οικονομικών δεν είναι κάτι που είναι το δυνατό μας χαρτί, ας το πούμε έτσι. Τελικά καταφέραμε να μην μπορούμε να διαχειριστούμε τα χρήματα που παίρναμε. Οι Δήμοι κατηγορούνε τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ κατηγορούν τους Δήμους και οι δύο κατηγορούν το Υπουργείο Πολιτισμού και τελικά εγώ, σαν απλός πολίτης, τι καταλαβαίνω; Παίρνω μια εφημερίδα και πιο πολύ στενοχωριέμαι για την κατάσταση του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ παρά χαίρομαι να πάω να δω μια παράσταση. Πιο πολύς χώρος στην εφημερίδα είναι το δράμα του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, των απλήρωτων υπαλλήλων, της διαχείρισης των χρημάτων παρά η παρουσίαση μιας ωραίας παράστασης.


Π.Δ. Είναι μια πολύ ωραία απάντηση στο συνήγορο του διαβόλου, γιατί ο συνήγορος του διαβόλου είναι αυτός που κάνει δισέλιδα τα δημοσιεύματα αυτά που αναφέρεις.

Κ.Μ. Εγώ πιστεύω πως το ότι υπήρχε ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, από μόνο του, είναι θετικό. Από τις καλύτερες έως τις πιο μέτριες παραστάσεις ακόμα και τις πιο κακές, υπήρχε θέατρο στη Ρόδο - μικρό το κοινό, αλλά υπήρχε θέατρο. Για μένα το αρνητικό σ’ αυτή την ιστορία είναι αυτοί που το διοίκησαν. Όπως είπε η Σουζάνα πριν, το θέατρο - και ειδικά το ερασιτεχνικό αλλά και το επαγγελματικό - σημαίνει να αγαπώ αυτό που κάνω. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς που ήταν υπεύθυνοι για τη λειτουργία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ δεν το αγαπήσανε τόσο, γιατί αν το αγαπούσαν θα υπήρχε. Και θα είχαν γίνει φοβερές δουλειές και θα υπήρχε και μεγαλύτερο κοινό. Η αίσθησή μου είναι αυτή. Να φέρω ένα παράδειγμα, που δεν είναι βέβαια της δικής μου αρμοδιότητας, είναι της Σουζάνας περισσότερο. Πόσο αισθάνθηκα άσχημα, εγώ προσωπικά, όταν σε κάποια παραγωγή η όλη προετοιμασία, αντί να γίνει στη Ρόδο, έγινε στην Αθήνα. Αυτό για μένα ήταν απαράδεκτο. Είμαστε στη Ρόδο και θα έπρεπε να γίνονται εδώ τα πράγματα. Πιστεύω ότι δεν το αγαπήσαμε όσο έπρεπε. Μιλάω γι' αυτούς οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για τη λειτουργία του και την επιτυχία του. Γι’ αυτό στη Χίο ή στην Καλαμάτα ή στο Αγρίνιο σήμερα παρουσιάζονται παραστάσεις, οι οποίες είναι ισάξιες, ίσως και καλύτερες από πολλών θεατρικών σκηνών στην Αθήνα.



Π.Δ. Δεν είναι τυχαίο ότι τα συγκεκριμένα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ υπηρετούνται από ανθρώπους με υψηλή προσφορά στην τέχνη γενικότερα, που δεν είναι μόνο άνθρωποι του θεάτρου (Γκόνης, Αβδελιώδης). Αλλά αν το πρόβλημα είναι κυρίως οικονομικό, μήπως μπορεί να λειτουργήσει με λιγότερο δαπανηρές μεθόδους; Ή σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να απευθυνθούμε σε έναν τεχνοκράτη;

Σ.Κ. Το θέατρο είναι μια μορφή τέχνης που χρειάζεται χρήμα. Είτε είναι επαγγελματικό είτε ερασιτεχνικό. Από την άλλη δεν είναι απαραίτητο να ξοδέψει κανείς τεράστια ποσά για να ανεβάσει μία θεατρική παράσταση. Μπορεί να γίνει μια θεατρική παραγωγή με ένα μικρότερο κόστος και να είναι μια αξιόλογη και ποιοτική παραγωγή. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Θα ξεκινήσουμε από το καστ των ηθοποιών, από τα κουστούμια, από τα σκηνικά και καταρχάς από το έργο, από το θεατρικό έργο, αφού εν αρχή ην ο λόγος. Από το θεατρικό έργο που θα διαλέξουμε. Υπάρχουν αξιόλογα έργα ολιγοπρόσωπα και με αφαιρετικό σκηνικό, που συνηθίζεται και σήμερα. Και εδώ θα καταθέσω το εξής. Πιστεύω ότι το κύτταρο, η δύναμη του θεάτρου, είναι ο ηθοποιός. Όλα τα άλλα είναι μεν απαραίτητα στο θέατρο, σαφώς - και το σκηνικό και το κουστούμι και η μουσική και ο χορός - αλλά η δύναμη, το ζωντανό κύτταρο που πάλλεται πάνω στη σκηνή και μεταδίδει τις ιδέες, τα συναισθήματα, έναν ολόκληρο κόσμο του συγγραφέα, του σκηνοθέτη και όλων όσων συνέβαλαν στην παράσταση, είναι ο ηθοποιός. Όλα τα άλλα συμπληρώνουν αυτό που θέλουμε να δώσουμε. Μπορούν λοιπόν να γίνουν παραγωγές χαμηλότερου κόστους και μάλιστα πολύ καλές. Νομίζω πως αλόγιστα κάποιες φορές δαπανήθηκαν χρήματα, και δεν ήμουν μέσα στα Δ.Σ., δυστυχώς δεν υπήρχαν ηθοποιοί μέσα στα ΔΣ των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, μέσα στα κέντρα λήψης αποφάσεων, άρα δεν γνωρίζω ποιος ή τι διαχείριση έγινε με τα οικονομικά.


Π.Δ. Είναι ένα …υπαρξιακό ερώτημα αυτό, στην Ελλάδα. Υπάρχουν ή δεν υπάρχουν τα λεφτά; Αναλόγως το τρίμηνο, οι πολιτικοί αρχηγοί, μας έχουν μπερδέψει.

Μ.Κ. Η πρόταση που ακούστηκε, να ενταχθεί εκ νέου το ΔΗΠΕΘΕ Ρόδου στον Πολιτιστικό Οργανισμό, δεν άρεσε και τόσο σε όλους, δεν την θεώρησαν ιδιαίτερα θετική, εξαιτίας των προβλημάτων που μπορεί να δημιουργούσε κάτι τέτοιο. Ίσως περισσότερα προβλήματα απ’ αυτά που θα έλυνε, δεδομένου ότι και ο Πολιτιστικός Οργανισμός έχει πολλά οικονομικά προβλήματα.

Σ.Κ. Είδα στον τοπικό τύπο ότι αντιπροσωπεία και από τους εργαζόμενους και από το ΔΣ του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. πήγαν στον επίτροπο του ελεγκτικού συνεδρίου και ότι λύθηκε εν μέρει το ζήτημα, ώστε να πληρωθούν τουλάχιστον τους πρώτους πέντε μήνες του 2010 οι υπάλληλοι. Και διαβεβαίωσε ο κ. επίτροπος ότι θα δοθούν αυτά τα χρήματα. Αλλά τι θα γίνει με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, κανείς δεν ξέρει.


Π.Δ. Αυγουστίνε, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη βλέπουμε στις κρατικές σκηνές να έχουν δύο σχήματα. Ένα πιο κλασικό ρεπερτόριο και μια νέα σκηνή όπως το ονομάζουν σε αρκετές περιπτώσεις. Με πειραματικό ρόλο αυτή η νέα σκηνή. Εδώ υπήρξε κάτι παρόμοιο; Μπορεί να υπάρξει, και αν υπάρχει βέβαια το κοινό που να μπορεί να στηρίξει αυτό το δεύτερο σχήμα αυτής της νέας σκηνής.

Α.Τ. Μπορώ να πω, κατά τη γνώμη μου πάντα, ως θεατού στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ που είμαι όλα αυτά τα χρόνια, αυτό ήταν κι ένα από τα προβλήματα του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, δηλαδή ότι δεν είχε ξεκάθαρο ρεπερτόριο επειδή είχε μόνο μία σκηνή. Για ένα πολύ μικρό διάστημα λειτούργησε το φουαγιέ, σαν μικρή, πειραματική νέα σκηνή.

Σ.Κ. Όλοι οι καλλιτεχνικοί διευθυντές, νομίζω, ότι χρησιμοποίησαν το φουαγιέ, τη νέα σκηνή, θέλοντας να κάνουν αυτό, το πειραματικό θέατρο.


Π.Δ. Αυτό το χρειαζόμαστε από δω και πέρα;

Α.Τ. Το χρειάζεται το θέατρο έτσι κι αλλιώς. Και από τη στιγμή που το χρειάζεται το θέατρο, το χρειάζεται και ο τόπος. Να προσθέσω μόνο ότι δεν είναι μόνο τα δύο σχήματα στα κρατικά θέατρα. Είναι η κανονική σκηνή, είναι η νέα, η πειραματική σκηνή, είναι και η παιδική σκηνή.




Π.Δ. Παιδικό θέατρο. Μαζί με τα θεατρικά εργαστήρια αποτελεί το μέσο για την εξωσχολική θεατρική αγωγή των παιδιών. Πόσο λείπει από τη Ρόδο το παιδικό θέατρο; Πολύ σωστά αναφέρθηκε και νωρίτερα, θέατρο ίσον παιδεία. Άρα πάμε στην κατεξοχήν ηλικία που οικοδομείται η παιδεία. Στην ηλικία που είναι τα παιδιά μας σήμερα.

Μ.Κ. Θεωρώ ότι λείπει το παιδικό θέατρο. Επιτρέψτε μου να καταθέσω κάτι. Ήμουν σε δύο παραστάσεις που έκανε η Κάρμεν Ρουγκέρη, εδώ στη Ρόδο, όταν είχε έρθει και είδα γονείς να μαλώνουν με τον ταμία γιατί δεν έβρισκαν εισιτήριο να πάνε να παρακολουθήσουν. Αντίστοιχα, και ως εκπαιδευτικός, θα σας πω το εξής: Όταν ακούσω ότι υπάρχει μία παράσταση, αμέσως ενδιαφέρομαι να συμμετάσχω με το σχολείο μου. Βέβαια θα σας πω και το άλλο, το οποίο συζητούσαμε πιο πριν με τον Κωνσταντίνο, ότι πολλές φορές έρχονται κάποια σχήματα από την Αθήνα και, με το πρόσχημα ότι κάνουμε παιδικό θέατρο, παρουσιάζουν ένα ευτελές θέαμα.

Κ.Μ. Όλοι οι θίασοι που έρχονται εδώ στη Ρόδο - κι εγώ το καταγγέλλω αυτό το πράγμα - ντυμένοι κάτω από το όνομα κάποιων επώνυμων ηθοποιών του θεάτρου τάδε, μας ενοχλούν όλη τη χρονιά με τα θεάματα τους, μας πιέζουν για να τα παρακολουθήσουμε, και είναι θεάματα που δεν πρέπει να τα παρακολουθούν παιδιά Είμαστε στις αρχές της σχολικής χρονιάς, έχει περάσει ελάχιστος καιρός από τότε που άνοιξαν τα σχολεία και ήδη έχουμε δεχθεί άπειρα τηλεφωνήματα για έργα που θέλουν να μας παρουσιάσουν, τα οποία είναι επαναλήψεις, είτε του θιάσου που ήταν εδώ και την προηγούμενη χρονιά με αυτό το έργο είτε του άλλου που θα ερθει την επόμενη χρονιά. Είναι πράγματι απαράδεκτο αυτό που γίνεται και θα πρέπει να σταματήσει. Θα πρέπει οι άδειες που δίνονται από το Υπουργείο να είναι πολύ προσεκτικές. Και επανέρχομαι σε ένα προηγούμενο θέμα σχετικά με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου και τις παραστάσεις του παιδικού θεάτρου, οι οποίες από μόνες τους θα μπορούσαν να έχουν δημιουργήσει ένα κοινό σήμερα. Ξεκίνησαν με αξιόλογα έργα, με ένα κοινό το οποίο έφευγε ενθουσιασμένο, σε σημείο που να λένε και οι δάσκαλοι και οι μαθητές ότι «μόνο σε έργα του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ θα πηγαίνουμε και σε κανένα απ’ όλα τα άλλα», για να φτάσουμε σε μία εποχή πλέον που δε γίνονται έργα, όπως θα έπρεπε να γίνονται.

Σ.Κ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, γιατί είναι μέσα στα συν του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου, το παιδικό θεατρικό έργο, θα το θυμάστε ίσως, το «Μια χελώνα που την έλεγαν Γαλήνη». Επί δύο τρία χρόνια πέρασαν όλα τα σχολεία, το είδαν όλα τα παιδιά της Ρόδου και ήταν μια παράσταση και μια παραγωγή που συζητιόταν για τα επόμενα 2 χρόνια. Έγιναν πάρα πολύ ωραίες δουλειές, πέρα από τις μετακλήσεις, όπως ήταν ο Οδυσσεβάχ ή «Οι ιστορίες του παππού Αριστοφάνη». Πέρα από τις μετακλήσεις, το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου στο κομμάτι που λέγεται παιδικό θέατρο έκανε αξιόλογες παραγωγές.

Κ.Μ. Η προσφορά του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ στο παιδικό θέατρο, τουλάχιστον για την πρώτη δεκαετία, ήταν ό,τι καλύτερο. Και επίσης θέλω να προσθέσω στα θετικά του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου ένα θεσμό που πρόλαβε να ζήσει μόνο ένα χρόνο, το θεσμό του Φεστιβάλ Παιδικού Θεάτρου, που το ξεκίνησε την εποχή εκείνη ο καλλιτεχνικός διευθυντής - ή ο διευθυντής του πολιτιστικού οργανισμού, δεν θυμάμαι ποιου ιδέα ήταν - όπου συμμετείχαν τα σχολεία έχοντας στο πλάι τους τους ηθοποιούς του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, συνεργάτες των δασκάλων, που αναλάμβαναν τις ομάδες στα σχολεία.


Π.Δ. Για ποια περίοδο μιλάμε;

Κ.Μ. 1992-1993. Αλλά παρόλο που ζητήσαμε από τους επόμενους διευθυντές να συνεχιστεί αυτός ο θεσμός, δεν συνεχίστηκε. Αν συνεχιζόταν, θα ήταν ένα σημαντικό κομμάτι, θα είχαμε ένα θεσμό όπου όλα τα σχολεία θα συμμετείχαν και οι μαθητές θα έπαιρναν ό,τι καλύτερο για το θέατρο - και όχι μόνο, αλλά και για τη θεατρική αγωγή.


Π.Δ. Ποια ήταν η επιχειρηματολογία από την άλλη πλευρά για να μη συνεχιστεί;

Κ.Μ. Δεν υπήρξε καν. Άλλαξε η δημοτική αρχή και άλλαξαν όλα. Παρόλο που ενδιαφέρθηκα, ρώτησα αν θα γίνει, τελικά δεν έγινε τίποτα και έμεινε εκεί. Νομίζω ότι ήταν από τα πολύ πετυχημένα και σημαντικά σημεία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ρόδου.


Π.Δ. Για μία ακόμη φορά τα πρόσωπα αναδεικνύουν ή όχι τους θεσμούς. Και προσφάτως έκανε μία πολύ καλή παραγωγή το ΔΗΠΕΘΕ…

Κ.Μ. Το «Αισώπου Ζώα» και ένα παραμύθι δωδεκανησιακό, που πέρασε από τα σχολεία, παίχτηκε η παράσταση στις μεγάλες αίθουσες των σχολείων, σε διαδρόμους των σχολείων - και αυτό είναι επίσης ένα πολύ σημαντικό βήμα, το να πάει το θέατρο μέσα στο σχολείο. Αυτό προέκυψε επειδή δεν υπήρχε θεατρική αίθουσα, έτσι μπήκε το θέατρο μέσα στο σχολείο. Νομίζω ότι ήταν σημαντικό κι αυτό.


--------------------------------------------


Π.Δ. Το θέατρο λοιπόν στην εκπαίδευση. Το θέατρο, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έχει μπει στα σχολεία, είτε ως θεατρικό παιχνίδι είτε με τις θεατρικές παραστάσεις - με τις όποιες σημαντικές αγκυλώσεις τους - είτε με τις πρωτοβουλίες κάποιων εκπαιδευτικών που έχουν το μεράκι· τι αποτέλεσμα έχει το θέατρο στην εκπαίδευση, πόσο ελκυστικό ή απωθητικό είναι για το μαθητή;

Κ.Μ. Δε νομίζω ότι το βαριέται, είναι νομίζω η χαρά του μαθητή το θέατρο. Και το έχω ζήσει πολλά χρόνια, αλλά ιδιαίτερα πέρσι, που στο σχολείο έβαλα πειραματικά, σε μία τάξη, σε δύο τμήματα, τη θεατρική αγωγή, με αφορμή τις επερχόμενες αλλαγές στα προγράμματα, με τις οποίες φέτος έχουμε τη θεατρική αγωγή επίσημα σε όλες τις τάξεις. Με δύο τμήματα λοιπόν δουλέψαμε όλη τη χρονιά χαλαρά, με χαρά τα παιδιά δημιούργησαν και έφτασαν στην παράσταση μόνα τους - με ελάχιστη δική μου βοήθεια - και ήταν πραγματικά ένα πανηγύρι όλο αυτό το πράγμα.

Μ.Κ. Επιτρέψτε μου να συμπληρώσω σ’ αυτό που λέει ο Κωνσταντίνος. Καταρχήν είναι το μεράκι του εκπαιδευτικού, είναι του ανθρώπου που θα δουλέψει με τα παιδιά, κατά πόσο ο ίδιος αγαπάει αυτό που θα κάνει. Και δεύτερον, θα σας πω και κάτι άλλο. Ο στόχος της θεατρικής αγωγής και του θεάτρου στην εκπαίδευση δεν έχει καμία σχέση με το επάγγελμα του ηθοποιού. Σε τι θα το βοηθήσει η θεατρική αγωγή; Θα το βοηθήσει σε άλλα πράγματα. Στη συλλογικότητα - να συνεργάζεται με τους άλλους. Δεύτερον, θα το βοηθήσει να μπορεί να απευθύνεται σε κοινό χωρίς να ντρέπεται. Να μπορεί να μιλάει χωρίς να αισθάνεται ότι όλοι είναι έτοιμοι να πέσουν πάνω του και να το λυντσάρουν. Βλέπουμε παιδιά μέσα στην τάξη που ντρέπονται να σηκώσουν το χέρι. Η θεατρική αγωγή μας απελευθερώνει, μας αφήνει να βγάζουμε από μέσα μας «ό,τι έχουμε κρύψει». Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για το παιδί.

Σ.Κ. Τα παιδιά μπορούν να φανερώνουν και να αφήνουν ελεύθερο τον εαυτό τους να δράσει, να παίξει και να βγάλει ό,τι αυτός ο εαυτός κρύβει και έχει μέσα του. Και όχι μόνο του: σε συνεργασία με άλλα παιδιά. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Είναι η ομαδικότητα, η συλλογικότητα, η ανακάλυψη - όπως λέω εγώ - του εαυτού, του πολλαπλού εαυτού, η αποδοχή του καλού και του κακού εαυτού, όχι μόνο του καλού· η αποδοχή και του φωτεινού και του σκοτεινού. Αποδέχεσαι την αδυναμία σου και μπορεί να την κάνεις, αν θέλεις, καλλιτεχνικό δημιούργημα και να περάσει πολύ θετικά προς τα έξω. Αυτά είναι πολύ σημαντικά πράγματα που μαθαίνει αυτός που ασχολείται με το θέατρο και ιδιαίτερα το παιδί. Το θέατρο, η θεατρική αγωγή είναι πολύ χρήσιμη στα σχολεία, στην εκπαίδευση συνολικά, και το καταθέτω όχι μόνο σαν ηθοποιός-σκηνοθέτης, αλλά και σαν δασκάλα της θεατρικής αγωγής στα σχολεία που ήμουν.

Α.Τ. Να προσθέσω κι εγώ κάτι. Από την εμπειρία μου, έχοντας υπάρξει συνεργάτης της Άννας Ξανθάκη στο Πανεπιστήμιο, στη θεατρική της ομάδα, τα παιδιά που πέρασαν από τη θεατρική ομάδα - τότε εδώ υπήρχαν μόνο τα παιδαγωγικά τμήματα - και μπήκανε μετά στα σχολεία, πρώτον, καταφέρανε να είναι πολύ καλοί δάσκαλοι, κι αυτό νομίζω ότι έχει να κάνει με τη θεατρική αγωγή που πήραν από την όλη θεατρική ομάδα, και δεύτερον καταφέρανε να διδάξουν σωστά θέατρο, να δώσουν πραγματική θεατρική παδεία στα παιδιά που είχαν στα χέρια τους. Πράγμα που δείχνει πόσο σημαντική είναι η θεατρική αγωγή, έστω και στο πανεπιστήμιο σαν πρώτο βήμα, για να περάσει μετά στα παιδιά που θα διδάξουν οι απόφοιτοι του Πανεπιστημίου.


Π.Δ. Συμμετείχε η θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου πρόσφατα στην 6η Πανεπιστημιάδα και είχε και μια εύφημο μνεία. Μπορεί να μας μιλήσεις Μαρία λίγο γι’ αυτό το φεστιβάλ;

Μ.Κ. Ναι, συμμετείχαμε στην έκτη Πανεπιστημιάδα. Ταξιδέψαμε στη Βόρεια Ελλάδα και παρουσιάσαμε μια παιδική παράσταση, εν μέσω άλλων φοιτητικών θεατρικών ομάδων απ’ όλη την Ελλάδα. Και το έργο μας απέσπασε και μία εύφημο μνεία.


Π.Δ. Είστε υπέρ του «φεστιβαλικού» – του διαγωνιστικού χαρακτήρα μιας τέτοιας συνάντησης θεατρικών ομάδων, είτε του Πανεπιστημίου είτε του δημοτικού;

Μ.Κ. Επιτρέψτε μου, στη συγκεκριμένη Πανεπιστημιάδα – για να μην την αδικήσουμε - δεν υπήρχε διαγωνιστικό μέρος. Απλώς, επειδή τα παιδιά με δικά τους έξοδα πήγαν στη Μακεδονία, τα τίμησαν για το έργο που παρουσίασαν. Δεν υπήρχε διαγωνιστικό μέρος: ήταν μία πολύ καλή ιδέα, που στηρίζεται από το εκεί ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.

Α.Τ. Επειδή η λέξη φεστιβάλ στην αρχική της σημασία σήμαινε γιορτή, ας την ονομάσουμε γιορτή...


- Με τη λέξη «συνάντηση» θα κλείσουμε. Η τέχνη είναι εξάλλου, που φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, με λιγότερες ή και καθόλου μάσκες…





Πηγή φωτογραφιών (εκτός της αρ. 1): οι σελίδες-ομάδες στο FB,
"
ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.ΡΟΔΟΥ" και "ΤΕΧΝΗ ΕΝΤΟΣ ΤΕΧΝΗΕΝΤΩΣ".